pellain

Η Συμφωνία της Βάρκιζας και η αποκατάσταση της Δημοκρατίας

Υπογράφηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945[1] [2] από την κυβέρνηση Πλαστήρα και αντιπροσώπους του ΚΚΕ (ΕΑΜ) μετά την ανακωχή των Δεκεμβριανών στις 11 Ιανουαρίου 1945 ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τον ΕΛΑΣ, βάσει της οποίας οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υποχρεώθηκαν να εκκενώσουν την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.

Την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν ο επικεφαλής Γεώργιος Σιάντος [γ.γ. ΚΚΕ], οι Ηλίας Τσιριμώκος [γ.γ. Ε.Λ.Δ.], Δημήτρης Παρτσαλίδης [γ. Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ] και ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης ως στρατιωτικός σύμβουλος, ενώ η κυβερνητική αντιπροσωπεία απαρτιζόταν από τον επικεφαλής Ιωάννη Σοφιανόπουλο (υπουργό Εξωτερικών), τους Περικλή Ράλλη (υπουργό Εσωτερικών), Ιωάννη Μακρόπουλο (υπουργό Γεωργίας) και το συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα ως στρατιωτικό σύμβουλο.

Οι συνομιλίες άρχισαν στις 23:00 της 2ας Φεβρουαρίου 1945 στην έπαυλη του βιομήχανου Πέτρου Κανελλόπουλου στα Βλάχικα της Βάρης (Λαθουρίζα Βάρης), 2 χλμ. βόρεια από την παραλία της Βάρκιζας. Στην πρώτη συνεδρίαση πήραν μέρος από την κυβερνητική πλευρά οι Σοφιανόπουλος, Μακρόπουλος και Ράλλης με παρατηρητή το διευθυντή του πολιτικού γραφείου του αντιβασιλέα, Γεωργάκη, και εμπειρογνώμονες τον αντισυνταγματάρχη Παυλόπουλο και τον ταγματάρχη Παπαθανασίου. Τους ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ εκπροσώπησαν αντίστοιχα οι Τσιριμώκος, Σιάντος και Παρτσαλίδης, με εμπειρογνώμονα το Σαράφη και δύο αξιωματικούς του ΕΛΑΣ. Μετά τις αρχικές τυπικές προσφωνήσεις, προέκυψε διαφωνία μεταξύ των δύο μερών για το κρίσιμο ζήτημα της αμνηστίας και η σύσκεψη διακόπηκε προσωρινά, για να ξαναρχίσει στις 6 Φεβρουαρίου. Το ΕΑΜ απέσυρε την αρχική του αξίωση να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, ενώ συζητήθηκαν τα θέματα των δοσιλόγων, της συγκρότησης εθνικού στρατού και σωμάτων ασφαλείας, των ομήρων, της διενέργειας εκλογών και δημοψηφίσματος (το οποίο λόγω συνθηκών θα μετατίθετο χρονικά τουλάχιστον για ένα εξάμηνο) και του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ. Στις 8 Φεβρουαρίου ανακοινώθηκε ότι ένα σχέδιο αφοπλισμού του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ είχε ήδη καταρτισθεί από τους εμπειρογνώμονες της κυβερνητικής πλευράς (Εφ. "Έθνος", φύλλο 8/2/1945, σελ. 2: "Κατηρτίσθη το σχέδιον αφοπλισμού των ανταρτικών σωμάτων του ΕΛΑΣ"), ενώ από τις αστικές εφημερίδες εκφράζονταν επιφυλάξεις για την "υποχωρητική στάση προς το ΕΑΜ που προκαλεί δυσφορίαν". Ο ΕΛΑΣ ζήτησε την άρση του στρατιωτικού νόμου αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας, αλλά η κυβέρνηση αρνήθηκε, επιθυμώντας να τον τερματίσει μετά τον πλήρη αφοπλισμό των κομμουνιστών ανταρτών.



Τη Συμφωνία αποτελούσαν εννέα άρθρα σχετικά με:

  1. Τη δημιουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας με πλήρεις πολιτικές ελευθερίες.
  2. Την άρση του στρατιωτικού νόμου.
  3. Την αμνηστία των πολιτικών αδικημάτων (αλλά με την εξαίρεση των κοινών αδικημάτων) που πραγματοποιήθηκαν μετά τις 3 Δεκεμβρίου 1944.
  4. Την πλήρη απελευθέρωση των συλληφθέντων από τον ΕΛΑΣ.
  5. Τη δημιουργία ενός νέου Εθνικού Στρατού.
  6. Την αποστράτευση του ΕΛΑΣ και τον πλήρη αφοπλισμό του.
  7. Την εκκαθάριση των δημοσίων υπηρεσιών.
  8. Την αντίστοιχη εκκαθάριση των σωμάτων ασφαλείας και
  9. Τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό ζήτημα και εκλογών με συμμετοχή διεθνών παρατηρητών.

Και πιο συγκεκριμένα:

  • Με το 1ο άρθρο εξασφαλίστηκε η ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών και προβλέφθηκε η κατάργηση όσων νομοθετημάτων ήταν αντίθετα προς αυτό. Προβλέφθηκε η εξασφάλιση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, όπως και της ελευθερίας του Τύπου και η πλήρης αποκατάσταση των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
  • Με το 2ο άρθρο προβλέφθηκε η άμεση άρση του στρατιωτικού νόμου μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής της Συμφωνίας αλλά και η άμεση αναστολή σε ολόκληρη την Επικράτεια των άρθρων 5, 10, 12, 20 και 85 του Συντάγματος με την έκδοση διατάγματος. Η αναστολή των ανωτέρω άρθρων προβλέφθηκε πως θα διαρκούσε μέχρι την ολοκλήρωση του αφοπλισμού και την εγκατάσταση των Διοικητικών, Δικαστικών και Στρατιωτικών σε όλη την Επικράτεια. Ειδικότερα για την περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά, τους συνοικισμούς και τα προάστιά τους προβλέφθηκε εξαίρεση και η αναστολή του άρθρου 5 θα παρέμενε και μετά την ολοκλήρωση του αφοπλισμού εν ισχύ. Με το 2ο άρθρο διευκρινίστηκε πως για όσους είχαν συλληφθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ίσχυε το άρθρο 5 και θα αφήνονταν ελεύθεροι το συντομότερο δυνατό. Αντίστοιχα προβλέφθηκε πως θα αφήνονταν ελεύθεροι και όσοι οπαδοί του ΕΑΜ είχαν συλληφθεί και κρατούνταν από άλλες οργανώσεις.
  • Με το 3ο άρθρο προβλέφθηκε η αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων που τελέσθηκαν από την 3η Δεκεμβρίου 1944 και μέχρι την υπογραφή της Συμφωνίας. Εξαιρέθηκαν από την αμνηστία τα αδικήματα του κοινού ποινικού νόμου κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία τελέσθηκαν χωρίς να είναι αναγκαία για την επίτευξη του πολιτικού αδικήματος. Ο νόμος που θα όριζε τις σχετικές λεπτομέρειες προβλέφθηκε να δημοσιευθεί μετά την υπογραφή της Συμφωνίας. Από την αμνηστία θα εξαιρούνταν όσοι, ενώ ήταν υποχρεωμένοι καθώς ανήκαν στον Ε.Λ.Α.Σ., την Εθνική Πολιτοφυλακή και τον Ε.Λ.Α.Ν., δεν παρέδιδαν τον οπλισμό τους μέχρι τη 15η Μαρτίου 1945.
  • Με το 4ο άρθρο προβλέφθηκε πως οι κρατούμενοι και οι συλληφθέντες από τις δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ., της Εθνικής Πολιτοφυλακής και τον Ε.Λ.Α.Ν., ανεξάρτητα της ημέρας σύλληψης, θα αφήνονταν αμέσως ελεύθεροι. Όσοι κρατούνταν με την κατηγορία του δοσιλογισμού ή ως ένοχοι αδικημάτων θα παραδίδονταν στις επίσημες Δικαστικές Αρχές για να δικαστούν από τη Δικαιοσύνη σύμφωνα με τον νόμο.
  • Με το 5ο άρθρο ορίστηκε πως ο Εθνικός Στρατός, με εξαίρεση τους κατ’ επάγγελμα αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, θα αποτελούνταν από οπλίτες που θα προέκυπταν από τις κληθείσες κλάσεις προς στρατολόγηση. Οι έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες που είχαν εκπαιδευθεί σε νέα όπλα θα παρέμεναν όμως σε υπηρεσία. Επίσης, ο Ιερός Λόχος θα παρέμενε χωρίς μεταβολές, καθώς βρισκόταν υπό τις εντολές του Συμμαχικού Στρατηγείου και αργότερα θα συγχωνευόταν και αυτός με τον Εθνικό Στρατό. Ορίστηκε, επίσης, πως θα επιβαλλόταν τακτική στρατολογία σε ολόκληρη την Επικράτεια, ενώ στις υπάρχουσες μονάδες θα προσέρχονταν προς κατάταξη και όσοι από τους αποστρατευθέντες του Ε.Λ.Α.Σ. ανήκαν στις κληθείσες προς κατάταξη κλάσεις. Επιπλέον, αποφασίστηκε η απόλυση των εφέδρων που είχαν εθελοντικά στρατευθεί αλλά οι κλάσεις τους δεν είχαν κληθεί. Ορίστηκε, επίσης, πως όλα τα μόνιμα στελέχη του Εθνικού Στρατού θα κρίνονταν από Στρατιωτικά Συμβούλια με βάση την ήδη υπάρχουσα 7η Συντακτική Πράξη και δηλώθηκε ο απόλυτος σεβασμός των πολιτικών και κοινωνικών φρονημάτων των στρατευμένων.
  • Με το 6ο άρθρο αποφασίστηκε πως μετά τη δημοσίευση της Συμφωνίας θα ξεκινούσε η αποστράτευση όλων των ενόπλων δυνάμεων της Αντίστασης και ειδικότερα του τακτικού και εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. και της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Η διαδικασία της αποστράτευσης και οι τεχνικοί όροι της εκτέλεσής της ορίστηκε πως θα εκτελούνταν με βάση ειδικό πρωτόκολλο, το οποίο θα συνέτασσε η Τεχνική Επιτροπή της Διάσκεψης και το οποίο θα προσαρτούνταν στη Συμφωνία. Ορίστηκε πως το υλικό που θα παρέδιδε ο Ε.Λ.Α.Σ. θα επιτασσόταν υπέρ του Κράτους και με την ολοκλήρωση της παράδοσής του θα αποδιδόταν από τις αρμόδιες αρχές πρωτόκολλο παραλαβής.
  • Με το 7ο άρθρο συμφωνήθηκε η δημιουργία Συμβουλίων από την Κυβέρνηση, τα οποία θα συγκροτούνταν έπειτα από ειδικό νόμο, για να πραγματοποιήσουν την εκκαθάριση των δημοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των δημοτικών και κοινοτικών υπαλλήλων όπως και άλλων επιχειρήσεων και υπηρεσιών εξαρτώμενων από το Κράτος ή επιχορηγούμενων από αυτό. Ως κριτήρια της εκκαθάρισης ορίστηκαν η επαγγελματική επάρκεια, ο χαρακτήρας, το ήθος, η συνεργασία με τον εχθρό και η υπαλληλική σχέση κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας. Όσοι υπάλληλοι, κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν προσχωρήσει σε αντιστασιακές οργανώσεις αποφασίστηκε πως θα επανέρχονταν στις θέσεις τους και θα κρίνονταν όπως και οι υπόλοιποι υπάλληλοι. Ορίστηκε, επίσης, πως κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν θα διωκόταν μόνο για τα πολιτικά του φρονήματα.
  • Με το 8ο άρθρο συμφωνήθηκε η εκκαθάριση των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων από ειδικά Εκκαθαριστικά Συμβούλια. Τα κριτήρια εκκαθάρισης αποφασίστηκε πως θα ήταν αντίστοιχα με αυτά που είχαν οριστεί για τους δημοσίους υπαλλήλους. Προβλέφθηκε πως όσοι αξιωματικοί και οπλίτες των Σωμάτων Ασφαλείας ενέπιπταν στις διατάξεις περί αμνηστίας της Συμφωνίας και κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχαν προσχωρήσει στον Ε.Λ.Α.Σ., τον Ε.Λ.Α.Ν. και την Εθνική Πολιτοφυλακή θα επανέρχονταν αμέσως στις θέσεις τους και θα κρίνονταν με τον ίδιο τρόπο, όπως οι συνάδελφοί τους. Επιπλέον, ορίστηκε πως όσοι αξιωματικοί και οπλίτες των Σωμάτων Ασφαλείας είχαν εγκαταλείψει της θέσεις τους από την 3η Δεκεμβρίου 1944 μέχρι και την υπογραφή της Συμφωνίας ετίθεντο σε καθεστώς διαθεσιμότητας μέχρι να αποφασίσει για αυτούς η Κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις εθνικές εκλογές.
  • Το 9ο άρθρο προέβλεπε πως εντός του 1945 θα διεξαγόταν δημοψήφισμα σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας, το οποίο θα ρύθμιζε το πολιτειακό ζήτημα. Μετά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ορίστηκε πως θα διενεργούνταν εκλογές για τη συγκρότηση Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, η οποία θα συνέτασσε το νέο Σύνταγμα της χώρας. Επίσης δηλώθηκε η επιθυμία παρατηρητές από τις Μεγάλες Σύμμαχες Χώρες να παρακολουθήσουν και να εγγυηθούν τη γνησιότητα των εκλογικών διαδικασιών.


Τα αποτελέσματα της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν:


Στις 28 Φεβρουαρίου ολοκληρώθηκε ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ[11], ο οποίος παρέδωσε 100 πυροβόλα διαφόρων τύπων, 81 ομαδικούς και 138 ατομικούς όλμους, 419 πυροβόλα, 1412 οπλοπολυβόλα, 713 αυτόματα τουφέκια, 48.953 τουφέκια και πιστόλια, 57 αντιαρματικά τουφέκια και 17 συσκευές ασυρμάτου.
Μερικές μονάδες του ΕΛΑΣ, όπως και ο ηγέτης του Άρης Βελουχιώτης αρνήθηκαν να δεχτούν τη Συμφωνία και κατέφυγαν και πάλι στα βουνά, παρότι ο τελευταίος είχε υπογράψει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ. Το Κ.Κ.Ε. τους αποκήρυξε αμέσως

wikipedia.org

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη