Στα 60 ευρώ το στρέμμα ορίζεται η ενδεικτική τιμή ενίσχυσης για όσους αγρότες επιλέξουν να εισάγουν στα αγροτεμάχια τους κάποια από τις ανθεκτικές και «καινοτόμες» καλλιέργειες που ορίζονται στο καθεστώς του νέου πρασινίσματος, όπως αυτό αποτυπώνεται στο στρατηγικό σχέδιο της Ελλάδας για τη νέα ΚΑΠ που καλύπτει και τις υπό εξέλιξη φθινοπωρινές σπορές.
Οι ειδικά επιλεγμένες για την ανθεκτικότητά τους στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής καινοτόμες καλλιέργειες είναι οι εξής: Κινόα, Χια, Τεφ, Μαύρο Σινάπι, Νιγκέλα, Καμελίνα, Μουκούνα, Σιταροκρίθαρο, Γλυκοπατάτα, Τσουκνίδα για ίνα και Λινάρι για λάδι ή και ίνα.
Σύμφωνα με το Στρατηγικό Σχέδιο, έχουν δοκιμαστεί στη χώρα μας και υπάρχει σχετική τεχνογνωσία. Επιλέχθηκαν με βασικό κριτήριο την ανθεκτικότητα τους στις επικρατούσες ξηροθερμικές συνθήκες. Όπως αναφέρεται, οι ποικιλίες αυτές καλύπτουν τις αρδευτικές ανάγκες τους από το νερό της βροχής ή ακόμα και σε περιπτώσεις παρατεταμένης ξηρασίας, όπως οι αναμενόμενες λόγω της κλιματικής κρίσης οι ανάγκες σε άρδευση είναι σημαντικά μικρότερες. Μάλιστα το ίδιο ισχύει και για τις ανάγκες τους σε θρέψη, οι οποίες αναμένεται να είναι και αυτές μικρότερες.
Σε παλαιότερο ρεπορτάζ της Agrenda, το οποίο έγινε με αφορμή την εισαγωγή αυτών των καινοτόμων καλλιεργειών, γίνεται μια προσπάθεια ανάλυσης της καλλιέργειας καμελίνας. Σύμφωνα με αυτό, τα καλλιεργητικά κόστη στις ελληνικές συνθήκες προσεγγίζουν αυτά του σκληρού σίτου και λοιπών χειµερινών σιτηρών και υπολογίζονται από τον καθηγητή του ΓΠΑ ∆ηµήτρη Μπιλάλη στα 120 µε 140 ευρώ το στρέµµα σε συµβατική καλλιέργεια, ενώ να αυξάνονται κατά 50 περίπου ευρώ στην περίπτωση της βιολογικής. Η ενίσχυση λοιπόν των 60 ευρώ έρχεται να «κουµπώσει» πάνω στην παραγωγική διαδικασία, ουσιαστικά καλύπτοντας σχεδόν το µισό από το καλλιεργητικό κόστος, ώστε να ισοφαρίσει τυχόν απώλεια εισοδήµατος από την αντικατάσταση κυρίως ανοιξιάτικων αρδευόµενων, ενεργοβόρων και µε στηµένη αγορά καλλιεργειών (όπως βαµβάκι και καλαµπόκι) έως ότου οργανωθεί η νέα εγχώρια αγορά για το προϊόν και ισορροπηθούν εκ νέου οι µηχανισµοί προσφοράς και ζήτησης.
Έσοδα και επιχειρηµατική προσέγγιση
Οι τιµές παραγωγού διαµορφώνονται στα 2 µε 2,5 ευρώ το κιλό, µε τον κύριο αγοραστή του προϊόντος στην Ελλάδα να είναι οι εταιρείες µε προϊόντα Superfoods, οι οποίες πωλούν τους σπόρους σε µικρές συσκευασίες µε πολύ υψηλό περιθώριο κέρδους. Όπως όµως επισηµαίνει ο καθηγητής Δ. Μπιλάλης στην Agrenda, οι νέοι παραγωγοί καµελίνας θα πρέπει να έχουν µία διαφορετική επιχειρηµατική προσέγγιση στη νέα κατάσταση.
Η κατασκευή µονάδων εκχύλισης µε κοχλιοπρέσα, µέσω της ένταξης σε Σχέδια Βελτίωσης ή προγράµµατα µεταποίησης του ΠΑΑ, θα επιτρέψει στον παραγωγό να καρπωθεί την υψηλή προστιθέµενη αξία που προσφέρει η µεταποίηση του σπόρου καµελίνας σε έλαιο, το οποίο πουλιέται σε ακόµα υψηλότερες τιµές, µε ποικιλία εµπορικών και βιοµηχανικών χρήσεων.
Υψηλότερη περιεκτικότητα ελαίου από ηλίανθο και σόγια
Η υψηλή ελαιοπεριεκτικότητα αποτελούν το χαρακτηριστικό γνώρισµα των πολύ µικρών σπόρων Καµελίνας, των οποίων το έλαιο αποκτάται από τους σπόρους του φυτού µε την µέθοδο της ψυχρής εκθλίψης και το µετέπειτα φιλτράρισµα.
Η ελαιοπεριεκτικότητα των σπόρων της ξεπερνάει καθιερωµένες ελαιοπαραγωγικές καλλιέργειες όπως η σόγια και ο ηλίανθος και κυµαίνεται µεταξύ 30 και 45%, ενώ το έλαιό της αποτελεί πλούσια πηγή ω3 και ω6 λιπαρών.
إرسال تعليق