Με την ονομασία «Σεπτεμβριανά» έμεινε στην ιστορία το οργανωμένο πογκρόμ της νύχτας της 6ης Σεπτεμβρίου 1955, εξ ου και η ονομασία, που συνέβη στη Κωνσταντινούπολη, όταν καθοδηγούμενος τουρκικός όχλος προκάλεσε βίαια επεισόδια κατά των περιουσιών των Ελλήνων (Ρωμιοί) και των Αρμένιων, πλην όμως Τούρκων υπηκόων, καθώς και άλλων μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, λεηλατώντας και πυρπολώντας ελληνικά καταστήματα, σπίτια, σχολεία και βεβηλώνοντας εκκλησίες ακόμα και νεκροταφεία δημιουργώντας τρομοκρατία και ανασφάλεια για τις υφιστάμενες μειονότητες.
Αφορμή έδωσε μια βομβιστική επίθεση στο πατρικό σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στην Θεσσαλονίκη, που όπως αποδείχτηκε στην συνέχεια ήταν σκηνοθετημένη προβοκάτσια από την ίδια την τουρκική κυβέρνηση.
Από την επομένη όμως της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάνης η Τουρκία άρχισε να περιορίζει τα δικαιώματα που παρείχε στους Έλληνες η συνθήκη, καταπατώντας με απροκάλυπτο τρόπο διάφορα άρθρα της και ασκώντας με παντοιοτρόπως ποικίλες πιέσεις στους μειονοτικούς και στο ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Και όλα αυτά χωρίς να υπάρξει ουδεμία αντίδραση από το ελληνικό κράτος, πλην ελαχίστων περιπτώσεων. Ενδεικτικώς και πολύ περιληπτικώς αναφέρονται μερικά μόνον από τα μέτρα που έλαβε το τουρκικό κράτος κατά των Ελλήνων μειονοτικών: κατά καιρούς αυθαίρετες απελάσεις ομογενών και δη σημαινόντων προσώπων, απαγόρευση εξασκήσεως πολλών επαγγελμάτων σε Έλληνες, κατασχέσεις περιουσιών, επεμβάσεις στις εκλογές των ομογενειακών ιδρυμάτων, παρεμβολή διαφόρων προσκομμάτων στην ομαλή οργάνωση και λειτουργία των εκπαιδευτηρίων και ένα σωρό άλλα.
Αποκορύφωμα της τουρκικής εχθρικής πολιτικής κατά της ελληνικής μειονότητας ήταν η στρατολόγηση είκοσι κλάσεων ομογενών, ηλικίας 25 – 45 ετών, το 1941 και η αποστολή τους σε νέα «τάγματα εργασίας» (amele taburlarι) προς πραγματοποίηση εκχιονισμών, εκβραχισμών και έργων οδοποιίας στα βάθη της Τουρκίας, υπό άθλιες καιρικές συνθήκες. Όλα αυτά μετά την πλήρη επιβολή της τριπλής γερμανο-ιταλο-βουλγαρικής κατοχής στην Ελλάδα.
Τέλος, το πιο εξοντωτικό μέτρο κατά της ομογένειας υπήρξε η περιβόητη «φορολογία περιουσίας» (varlιk vergisi) – «βαρλίκι» για τους ντόπιους Κωνσταντινουπολίτες. Σύμφωνα μ’ αυτόν το νόμο, οι τουρκικές αρχές, με αυθαίρετο τρόπο, όρισαν για τους μειονοτικούς φόρο που έφθανε να είναι διπλάσιος ή και τριπλάσιος της συνολικής αξίας της περιουσίας τους. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν κατέβαλλε τον φόρο εντός δεκαπέντε ημερών, οι έφοροι είχαν δικαίωμα να κατάσχουν κάθε κινητή και ακίνητη περιουσία του. Αργοπορία τριάντα ημερών σήμαινε τον εκτοπισμό των «οφειλετών» σε ειδικά στρατόπεδα και εκτέλεση καταναγκαστικών έργων. Αποτέλεσμα αυτού του νόμου υπήρξε η δήμευση πολλών περιουσιών (αφού οι ομογενείς εκλήθησαν να πληρώσουν μέχρι και δεκαπλάσια από τα νομίμως αναλογούντα σ’ αυτούς – σε αντίθεση με τους Τούρκους, που πλήρωναν συμβολικά ποσά) ή η πώλησή τους σε Τούρκους έναντι ποσών ευτελέστατων. Επίσης, πάρα πολλοί Έλληνες οδηγήθηκαν στην Ανατολία για καταναγκαστικά έργα. Πολλοί εξ αυτών πέθαναν από τις κακουχίες, ενώ όσοι σώθηκαν επέστρεψαν σε άθλια κατάσταση στις αρχές του 1944, και όταν πλέον άρχισε να διαφαίνεται στον ορίζοντα η ήττα της ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βάσει αυτού του νόμου η ελληνική ομογένεια, αν και αποτελούσε λιγότερο από το 0,5% του συνολικού πληθυσμού της Τουρκίας, εκλήθη να πληρώσει το 20% του συνολικού ποσού του φόρου.
Γενικώς, η τουρκική κυβέρνηση, με τα μέτρα που έλαβε εναντίον των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως έπληξε καίρια τους κοινωνικούς, πολιτικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς θεσμούς της ελληνικής μειονότητας.
Μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και ιδίως μετά το 1947, η Τουρκία αναγκάστηκε να χαλαρώσει τα μέτρα κατά της ελληνικής μειονότητας, καθώς η Ελλάδα βρέθηκε με το μέρος των νικητών του πολέμου, ενώ η Τουρκία είχε τηρήσει ευμενή ουδετερότητα προς την ναζιστική Γερμανία και ευρίσκετο σε πολύ δύσκολη θέση, ιδίως έναντι της Σοβιετικής Ένωσης. Εξάλλου, μετά την δημιουργία του Ν.Α.Τ.Ο. και την ένταξη της Τουρκίας και της Ελλάδος στον οργανισμό αυτό το 1952, οι σχέσεις των δύο χωρών έγιναν αρκετά πιο φιλικές.
Η αναγέννηση της ελληνικής μειονότητας κατά τα έτη 1947 – 1955
Μετά το 1947 βλέπουμε την ελληνική ομογένεια να αναδιοργανώνεται και να ανακάμπτει, εκμεταλλευόμενη μια αναπάντεχη χαλάρωση των ασφυκτικών όρων και συνθηκών της πολιτικής ζωής στην Τουρκία. Σ’ αυτό συνέτεινε η ίδρυση και λειτουργία κομμάτων εκτός του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, που είχε ιδρύσει ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Μετά το 1946, όταν κατ’ ουσίαν διεξήχθησαν οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές, τα δύο μεγάλα κόμματα (Ρ.Λ.Κ. του Ισμέτ Ίνονου και Δημοκρατικό Κόμμα των Τζελάλ Μπαγιάρ και Αντνάν Μεντερές) έπρεπε να προσεταιρισθούν τις ψήφους των ομογενών. Ο τρόπος δε με τον οποίο ήσαν εγκατεστημένοι οι Έλληνες κατά περιοχές στην Κωνσταντινούπολη, που τότε δεν αριθμούσε πάνω από ενάμισι εκατομμύριο κατοίκων, και το τότε εκλογικό σύστημα, επέτρεπαν και αυτή την εκλογή μειονοτικών βουλευτών στην Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση.
Μέσα σε μια οκταετία περίπου, και παρά τους οποιουσδήποτε περιορισμούς, η ελληνική κοινότητα κατόρθωσε να αναδιοργανώσει επί νέας βάσεως τους διάφορους πολιτιστικούς και αθλητικούς συλλόγους, ανασυγκρότησε τα νοσοκομεία και τα φιλανθρωπικά της ιδρύματα και αναβάθμισε την λειτουργία των σχολείων, με αποτέλεσμα να διπλασιαστεί μέσα σε λίγα χρόνια ο αριθμός των μαθητών. Οι 106 ελληνικές κοινότητες και τα διάφορα ιδρύματα, που διέθεταν νόμιμο καταστατικό, υπήχθησαν (προς καλύτερο συντονισμό και μεγαλύτερη συνεργασία) στις κεντρικές εφορίες των τριών περιοχών με τον μεγαλύτερο ελληνικό πληθυσμό: του Σταυροδρομίου, του Γαλατά και της Χαλκηδόνος.
Ένας άλλος τομέας, στον οποίο σημείωσε εντυπωσιακή πρόοδο η ελληνική κοινότητα, ήταν ο οικονομικός. Εκμεταλλευόμενοι οι ομογενείς την απαλλαγή των ομογενειακών ιδρυμάτων από τον κρατικό έλεγχο, την χαλάρωση των μέτρων της τουρκικής κυβερνήσεως, τα οποία στρέφονταν ευθέως κατά των περιουσιών και των επιχειρήσεών τους, αλλά και τους νέους νόμους που επέτρεπαν και σε Έλληνες επιχειρηματίες να συμμετέχουν στις διάφορες αμερικανικές επενδύσεις, κατόρθωσαν σε σύντομο χρονικό διάστημα να ανακτήσουν ακόμη και περιουσίες που τους είχαν αφαιρεθεί με το varlιk vergisi, να προοδεύσουν οικονομικώς και να αναδειχθούν σε σημαντικότατο οικονομικό παράγοντα της οικονομικής ζωής της Κωνσταντινουπόλεως.
Όλα τα πιο πάνω, βεβαίως, και κυρίως η οικονομική ανάπτυξη της ομογενείας, επέτειναν τα ήδη έντονα εχθρικά αισθήματα της κυβερνήσεως Μεντερές και των εξαθλιωμένων Τούρκων μουσουλμάνων της Κωνσταντινουπόλεως εναντίον των ομογενών.
إرسال تعليق